Ομιλία Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Γιάννη Ραγκούση

στη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβούλιου του Κινήματος στη Θεσσαλονίκη

Σάββατο 20 Μαρτίου 2010

 

Αγαπητέ Πρόεδρε, αγαπητέ Γραμματέα,

μέλη του Πολιτικού Συμβουλίου,

αγαπητές συντρόφισσες και αγαπητοί σύντροφοι,

καλούμενος κι εγώ να συμβάλλω στη Συνεδρίαση αυτή του Εθνικού Συμβουλίου αυτή τη φορά με την ιδιότητα του μέλους της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου και του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος, θα ήθελα μ' έναν πολύ συνοπτικό τρόπο να σας δώσω μερικά βασικά σημεία τα οποία όχι τόσο ενημερώνουν, όσο περισσότερο εξηγούν και θεμελιώνουν πολιτικά και ιδεολογικά τις βασικές επιλογές του Πρωθυπουργού και της κυβέρνησης σ' έναν, χωρίς αμφιβολία πολύ κρίσιμο τομέα, όχι μόνο για το Κίνημα, όχι μόνο για τη συνέπεια των προγραμματικών μας δεσμεύσεων αλλά και στη συνέχεια κυβερνητικών πράξεων, αλλά σ' έναν πολύ κρίσιμο τομέα για το παρόν και το μέλλον της χώρας.

Νομίζω ότι κανείς, όχι μέσα σ' αυτή την αίθουσα αλλά στο σύνολο της χώρας, δεν αμφιβάλλει ότι η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου βρέθηκε αντιμέτωπη  με μια πρωτόγνωρη εθνική, πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση της χώρας την επαύριο των εθνικών εκλογών.

Για πρώτη φορά, κυβέρνηση με το ξεκίνημα της δράσης και της λειτουργίας της ουσιαστικά δε βρέθηκε αντιμέτωπη με τον εαυτό της, δε βρέθηκε αντιμέτωπη με τις προκλήσεις που είχε η ίδια θέσει προεκλογικά, αλλά βρέθηκε αντιμέτωπη μ' ένα επείγον διακύβευμα το οποίο αφορούσε αυτή καθαυτή την υπόσταση και την κυριαρχία της πατρίδας.

Αν μάλιστα αυτό το συνδέσουμε με την ιδρυτική διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ύπαρξής μας ως Κίνημα, ως μέλη αυτού του Κινήματος, τότε δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτό που αντιμετωπίστηκε από την κυβέρνηση την επαύριο των εκλογών ήταν κυριολεκτικά και ιστορικά η μεγαλύτερη εθνική πρόκληση αλλά και κρίση που σε καιρό ειρήνης είχε κληθεί ν' αντιμετωπίσει μια κυβέρνηση.

Απέναντι σ' αυτή την καθ' όλα ιστορική πρόκληση, όλοι γνωρίζουμε πια, ποια ήταν η στάση της κυβέρνησης. Δεν πήγαμε μόνο στα άμεσα και έκτακτα μέτρα, τα οποία ήταν ασφαλώς και αναγκαία και αναπόφευκτα. Στην πραγματικότητα ξεκινήσαμε από την επόμενη κιόλας ημέρα από την αρχή, βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές που θεωρούμε ότι πρέπει και θ' αντιμετωπίσουν το πρόβλημα στη ρίζα τους.

Αγαπητές συντρόφισσες και αγαπητοί σύντροφοι, επειδή μαζί έχουμε ζήσει όλα αυτά τα χρόνια, μετά το τελευταίο συνέδριο, εύκολα αν ανατρέξουμε θα θυμηθούμε ότι το κεντρικό μήνυμα το οποίο παρήγαγαν οι συλλογικές επεξεργασίες μας σε όλα τα επίπεδα του Κινήματος, από το κεντρικό μέχρι και την τελευταία τοπική μας Οργάνωση, το κεντρικό μήνυμα με το οποίο απευθύνθηκε στην κοινωνία ο Πρόεδρος αλλά και όλοι μας, ήταν το μήνυμα εκείνο που ήθελε το ΠΑΣΟΚ να επιχειρεί να οικοδομήσει μια νέα σχέση εμπιστοσύνης με τον ελληνικό λαό, με την κοινωνία, μια νέα σχέση εμπιστοσύνης που οδήγησε σ' αυτό το πανίσχυρο ιδεολογικό αλλά κυρίως πλειοψηφικό ρεύμα, το οποίο έδωσε τ' αποτελέσματα στις τελευταίες εθνικές εκλογές, μια νέα σχέση εμπιστοσύνης, η οποία είχε στο επίκεντρο ανάδειξης και οικοδόμησής της το στόχο αλλά και τη δέσμευση για τη ριζική αλλαγή του κράτους.

Εμείς ήμασταν που θέσαμε τη ριζική αυτή αλλαγή στην καρδιά της εντολής του ελληνικού λαού στην πραγματικότητα στις 4 Οκτωβρίου. Γιατί πιστεύαμε, πιστεύουμε και θα πιστεύουμε, ότι μόνο η ριζική αλλαγή του κράτους μπορεί να μας οδηγήσει σε μια δίκαιη κοινωνία. Ιδιαίτερα δε υπό τις παρούσες δημοσιονομικές καταστάσεις που αντιμετωπίζει η χώρα είναι  σε τελική ανάλυση μεσοπρόθεσμα και ο μόνος δρόμος για την πραγματική έξοδο από τη δημοσιονομική κρίση που μαστίζει την ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια.

Εκεί πάνω ήταν που χτίσαμε και το αποφασιστικό δίλημμα «αλλάζουμε ή βουλιάζουμε». Το οποίο από την πρώτη κιόλας ημέρα που διατυπώθηκε από τα χείλη του Προέδρου μας, δόθηκε στον ελληνικό λαό ως ένα μήνυμα όχι απλής αλλαγής διακυβέρνησης, όχι να φύγουν αυτοί για να έρθουμε εμείς, όχι απλώς ν' αλλάξουν τα πρόσωπα τα οποία διοικούν την κρατική μηχανή.

Αυτό το δίλημμα, το «αλλάζουμε ή βουλιάζουμε», αποδείχθηκε από τις εξελίξεις εξαιρετικά εύστοχο, γιατί ακριβώς απαντούσε στον πυρήνα του εθνικού, κοινωνικού και  οικονομικού προβλήματος της χώρας. Έχε τεθεί ενώπιον του ελληνικού λαού ο οποίος βεβαίως στη βάση αυτή έδωσε ξεκάθαρη εντολή, στη βάση της απαίτησής του ν' αλλάξουμε το κράτος, δηλαδή με άλλα λόγια να τερματίσουμε το πελατειακό κράτος - λάφυρο και να πάμε σ' ένα κράτος αξιοκρατίας, διαφάνειας, σ' ένα κράτος από το οποίο ξεκινά μια προσπάθεια για την οικοδόμηση της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Αυτό άλλωστε ήταν και το κυβερνητικό μας πρόγραμμα.  Αυτό είναι που μας επιτρέπει σήμερα να μιλούμε για το τέλος εποχής. Γιατί αυτή η εποχή είναι που πρέπει να τελειώσει και να πάρει μαζί της όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που στην πραγματικότητα είναι οι αιτίες του σύγχρονου δράματος που ζει ο ελληνικός λαός.

Και αυτό δεν είναι υπόσχεση. Ξέρουμε πολύ καλά πρώτοι εμείς ότι είναι ανάγκη επιβίωσης. Και αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι ακριβώς αυτή να μετασχηματίζουμε σε πράξεις καθημερινώς.

Ξέρουμε ότι αν δε σταματήσουμε αυτές τις λειτουργίες, αυτές τις πελατειακές, τις φαύλες, τις παλαιοκομματικές λειτουργίες, πρακτικές και αντιλήψεις τότε όσες θυσίες και να γίνουν, υπάρχει ορατός ο κίνδυνος να ξαναβρεθούμε στην ίδια προβληματική αφετηρία. Και αυτό βεβαίως θα οδηγούσε τα πράγματα πάλι από την αρχή, κάτι το οποίο δε θέλει κανείς να περνάει από το νου του. Και δε θα συμβεί κάτι τέτοιο.

Όπως έχουμε πει, έχουμε δεσμευτεί για ένα μείζονα στόχο, μια μείζονα δέσμευση: Να κάνουμε τα πάντα για να μην ξαναδούμε ποτέ την Ελλάδα την οποία  βρήκαμε όταν την παραλάβαμε, τον Οκτώβριο του 2009.  Ποτέ τέτοια κατάντια για τη χώρα, ποτέ τέτοια διάλυση για τον κοινωνικό ιστό, ποτέ ξανά σε τέτοια κατάσταση η πατρίδα μας.

Χάρη στη συντεταγμένη κίνηση, δουλειά της Κοινοβουλευτικής μας Ομάδας, ψηφίσαμε ήδη νόμους, νόμου που χτυπάνε το πρόβλημα στη ρίζα του, στην καρδιά του. Αναφέρομαι και στο νόμο για τις αξιοκρατικές προσλήψεις μέσω ΑΣΕΠ, στο οποίο πλέον υπάγονται όλοι χωρίς καμία εξαίρεση, ακόμη και η Εκκλησία για πρώτη φορά, η Προεδρία της Δημοκρατίας και η Βουλή.

Με το νόμο για τη θέσπιση του ΕΙΣΕΠ, του Ειδικού Συμβουλίου Επιλογής Προϊσταμένων για την αξιοκρατική επιλογή Προϊσταμένων στη Δημόσια Διοίκηση, βάλαμε τέλος στο πελατειακό κράτος, που οδήγησε τη χώρα στο χείλος της καταστροφής, όσον αφορά την εσωτερική σκοπιά της λειτουργίας του.

Όλοι οι Προϊστάμενοι στη Δημόσια Διοίκηση πλέον, τα διευθυντικά στελέχη, τα χιλιάδες διευθυντικά στελέχη, επιλέγονται αντικειμενικά και αξιοκρατικά. Το φαινόμενο της πλατείας Κλαυθμώνος, όπου έως την κατοχύρωση της μονιμότητας έκλαιγαν οι απολυμένοι δημόσιοι υπάλληλοι κάθε φορά που άλλαζε η κυβέρνηση, είχαμε στην πραγματικότητα και στο εσωτερικό της Δημόσιας Διοίκησης με όσα συνέβησαν τα τελευταία 5 χρόνια. Είχαμε δηλαδή μια εσωτερική πλατεία Κλαυθμώνος.

Αυτό που έζησε η χώρα ειδικά τα τελευταία χρόνια, ήταν αυτή η αυτόματη συνεπαγωγή που συνεπάγονταν η αλλαγή της κυβέρνησης, μια συνεπαγωγή που αφορούσε την ιεραρχία της Δημόσιας Διοίκησης. Αυτή ήταν μια λογική, μια πρακτική, μια αντίληψη στην οποία βάλαμε τέλος. Και είναι πλέον γεγονός ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις να αποκτήσει πραγματικό περιεχόμενο η ανάγκη της Δημόσιας Διοίκησης να δώσει τον καλύτερό της εαυτό να υπηρετήσει τον πολίτη, να βάλει δηλαδή πρώτα τον πολίτη στην καθημερινή της λειτουργία.

Αποδεικνύουμε, ότι όταν λέγαμε ότι δε βλέπουμε το κράτος ως λάφυρο του νικητή, το εννοούσαμε. Το πλαίσιο της αξιοκρατίας που είναι πλαίσιο στην πραγματικότητα κοινωνικής δικαιοσύνης, είναι ζήτημα δικαιοσύνης. Συμπληρώνεται και από το νέο καθεστώς διαφάνειας που επιβάλλεται πλέον παντού.

Με το νόμο για την υποχρεωτική ανάρτηση όλων των διοικητικών πράξεων και αποφάσεων στο διαδίκτυο, που ποιος από μας ξεχνά τις τόσες φορές που είχαμε ακούσει τον Πρόεδρο προεκλογικά να το αναφέρει, κάνουμε πράξη τη δέσμευσή μας ότι το πώς ξοδεύεται και το τελευταίο ευρώ του ελληνικού λαού, του Έλληνα φορολογούμενου, ιδιαίτερα αλλά και μόνιμα αναφερόμενοι και στη σημερινή συγκυρία, αλλά και πολύ μακριά από αυτήν, θα είναι στο φως της δημόσιας κριτικής, θα τίθεται, θα γνωστοποιείται υπ' όψιν του ελληνικού λαού.

Οι αποφάσεις εν κρυπτώ παίρνουν τέλος και μαζί τους μια σειρά από φαινόμενα κακοδιοίκησης και κακοδιαχείρισης των ιερών χρημάτων των Ελλήνων  φορολογουμένων. Καμία απόφαση δε θα μπορεί με βάση αυτή τη νομοθεσία να ισχύει αν δε δημοσιοποιηθεί πρώτα κάθε απόφαση κάθε κρατικού λειτουργού, από τον Πρωθυπουργό της χώρας μέχρι και το πιο μικρό Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου το οποίο χρηματοδοτείται με χρήματα του  κρατικού προϋπολογισμού.

Όπως είχαμε εξαρχής δεσμευτεί, το πρόγραμμα ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ που στην πραγματικότητα αφορά μια νέα αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης αλλά και της αποκεντρωμένης κρατικής Διοίκησης, θα ψηφιστεί μέσα στο Μάιο και οι  δημοτικές και περιφερειακές εκλογές θα γίνουν με το πρόγραμμα «Καλλικράτης» κανονικά το Νοέμβριο, όπως ακριβώς είχαμε ξεκαθαρίσει και κατά τη διάρκεια των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης.

Πρέπει όμως, πρέπει ειλικρινά να τονιστεί το εύρος αυτής της ριζικής αλλαγής. Το πρόγραμμα «Καλλικράτης» έχει, ως νομοσχέδιο, πέραν του ότι έχει έκταση πολλών εκατοντάδων σελίδων, αφού στην πραγματικότητα ενσωματώνει ρυθμίσεις που θα αντιστοιχούσαν σε 16 μεμονωμένα και αυτοτελή νομοσχέδια, για πρώτη φορά δεν περιορίζεται στην αλλαγή των ορίων των δήμων.

Ρυθμίζει εκ νέου τα ζητήματα της διακυβέρνησής τους, το εκλογικό σύστημα, τις αρμοδιότητές τους. Ταυτόχρονα εξορθολογίζονται οι ρυθμίσεις για τα οικονομικά της αυτοδιοίκησης και θεμελιώνεται εκ του μηδενός ένα νέο σύστημα αποτελεσματικής, πολύ αποτελεσματικής εποπτείας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης.

Πρόκειται δηλαδή για μια νέα αρχιτεκτονική της αυτοδιοίκησης, αλλά και της αποκεντρωμένης διοίκησης, αλλά και του  συνόλου της λειτουργίας της. Τώρα ολοκληρώνεται η οριστική νομοτεχνική  επεξεργασία και όλα αυτά, εφόσον ληφθούν οι τελικές αποφάσεις της Κυβέρνησης, θα δοθούν στη δημοσιότητα το αμέσως επόμενο διάστημα, άλλωστε μεσολαβεί και το Πάσχα, μετά την πλήρη οριστικοποίηση κάθε λεπτομέρειας.

Και βέβαια ό,τι έχουμε πει ισχύει. Οι καλλικράτειοι δήμοι δε θα υπερβαίνουν τους 370 και για πρώτη φορά οι συνενώσεις θα αφορούν και την Αττική και τη Θεσσαλονίκη.

Αυτό που είναι εξίσου σημαντικό είναι ότι αυτή τη φορά δεν έχουμε μόνο συνένωση δήμων, αλλά και δραστική συγχώνευση νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ιδιωτικού δικαίου, αλλά και δημοτικών επιχειρήσεων.

Ο «Καλλικράτης», υπ' αυτή την έννοια συνιστά ίσως το μεγαλύτερο πρόγραμμα συγχωνεύσεων στην ελληνική ιστορία, γιατί αφορά πάνω από 4.000 νομικά πρόσωπα, τα Διοικητικά τους Συμβούλια κλπ.

Και βέβαια το ίδιο ισχύει και για το β΄ βαθμό, όπου από τους σημερινούς 54 νομούς, που μαζί με τα επαρχεία και τις διευρυμένες νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις έφταναν σε 76 διοικητικές ενότητες, θα περιοριστούμε στις 13.

Αλλά και στην αποκεντρωμένη κρατική διοίκηση, η μείωση θα είναι σημαντική, αφού θα περιοριστούμε σε 7 από τις σημερινές 17 διοικητικές ενότητες.

Με τη νέα αυτή αρχιτεκτονική, η αυτοδιοίκηση αποκτά αρμοδιότητες, προσωπικό και πόρους, δηλαδή και δυνατότητες και ευθύνες που δεν είχε στην πραγματικότητα σε τέτοια επίπεδο, σε τέτοια κλίμακα, ποτέ στην ιστορία της.

Το ΠΑΣΟΚ, και το ξέρετε όλες και όλοι πάρα πολύ καλά αγαπητές και αγαπητοί σύντροφοι, ήταν πάντα το Κίνημα της αυτοδιοίκησης. Και δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι μεγάλες, οι επαναστατικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στο χώρο αυτό, από κυβερνήσεις του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος προήλθαν.

Εκεί άλλωστε ανδρώθηκε, εκεί αντλεί δυνάμεις, εκεί δένεται το Κίνημά μας με την κοινωνία. Και ο «Καλλικράτης» δεν είναι τίποτα άλλο από το διαχρονικό, το ιστορικό, το ηθικό αν θέλετε κα πολιτικό χρέος μας, γιατί έτσι το αντιλαμβανόμαστε, απέναντι στην αυτοδιοίκηση. Είναι η απελευθέρωση των δυνάμεών της, είναι η ψήφος εμπιστοσύνης που στην πραγματικότητα δίνουμε στις τοπικές κοινωνίες.

Μια κουβέντα για τον εκλογικό νόμο. Κι εκεί, όπως έχουμε δεσμευτεί, προχωρούμε κανονικά. Είναι γνωστό σε όλους ότι η επεξεργασία του εκλογικού νόμου ξεκίνησε άμεσα τον Οκτώβριο με μια υψηλού κύρους επιστημονική επιτροπή.

Οι μεγάλες θεσμικές αλλαγές όμως προχωρούν συντεταγμένα γιατί εντάσσονται, δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, σε ένα ενιαίο συνεκτικό κυβερνητικό σχέδιο, σε μια συνολική κυβερνητική δράση.

Το πότε εκδηλώνεται κάθε κυβερνητική πρωτοβουλία, ιδίως τέτοιας εμβέλειας, είναι προϊόν, όπως είναι αυτονόητο και θα είναι, συνολικού κυβερνητικού σχεδιασμού.

Όλες όμως και σας παρακαλώ θέλω να το τονίσω αυτό, οι θεσμικές αλλαγές, πέραν του ότι χτίζουν στην πραγματικότητα τα θεμέλια ενός  κράτους δικαίου και έτσι κατ' επέκταση μιας δίκαιης κοινωνίας, απαντούν και στο μεγάλο  σημερινό δημοσιονομικό πρόβλημα.

Γι' αυτό και είναι όλες αυτές οι αλλαγές, πυλώνες του προγράμματος σταθερότητας και ανάπτυξης, γιατί ακριβώς συνιστούν οριστικού χαρακτήρα, μόνιμου χαρακτήρα διαρθρωτικές αλλαγές.

Βέβαια πολιτικά, δυστυχώς ή ευτυχώς, ανάλογα πώς θα το δει κανένας, με γνώμονα το συμφέρον της χώρας ή το πολιτικό συμφέρον του Κινήματος, είμαστε κυρίως μόνοι σε αυτή την προσπάθεια.

Και μάλιστα αυτό είναι και μια πολύ χαρακτηριστική δυνατότητα για να κρίνει κανείς και να αποκωδικοποιήσει και όλες εκείνες τις αναφορές που προκύπτουν από την προηγούμενη κυβέρνηση και σημερινή Αξιωματική Αντιπολίτευση και τον Αρχηγό της και αναφέρομαι στα γνωστά πλέον και περίφημα περί αυτοκάθαρσης.

Και μάλιστα να θεωρείται αυτοκάθαρση ότι θα αποβληθούν από την Αξιωματική Αντιπολίτευση αυτοί  που έχει ήδη αποβάλλει ο ελληνικός λαός από τη συνείδησή του.

Αυτοκάθαρση,  συντρόφισσες και σύντροφοι, αυτοκάθαρση που έχει ανάγκη η χώρα να συντελεστεί στο χώρο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, θα σήμαινε μόνο την πραγματική ρήξη με τις πρακτικές και τις αντιλήψεις από την Αξιωματική Αντιπολίτευσης των Κυβερνήσεων Καραμανλή. Γιατί αυτές οι πρακτικές και αυτές οι αντιλήψεις είναι που πρέπει να γίνουν πέρα, γιατί αυτές είναι που οδήγησαν τη χώρα στο χείλος της καταστροφής.

Αποδείχθηκε όμως ότι η σημερινή τους ηγεσία δεν έχει ούτε το σθένος ούτε τη βούληση να το επιδιώξει. Και αυτό δεν είναι μια εύκολη κριτική μιας κυβέρνησης απέναντι στην αξιωματική αντιπολίτευση.

Επειδή δεν αφήσαμε ούτε ένα παράθυρο, προσέξτε το σας παρακαλώ, ούτε ένα παράθυρο ευνοιοκρατίας, ένα φεγγίτη που λέγαμε και στη Βουλή προχθές, καταψήφισαν και τους νόμους για την αξιοκρατία στις προσλήψεις και το νόμο για την αξιοκρατική και αντικειμενική αξιολόγηση στο δημόσιο.

Αποδείχθηκαν στην πράξη, αποδεικνύονται, όχι μόνο με βάση το παρελθόν τους και αυτό είναι το μείζον πολιτικό συμπέρασμα, αλλά με βάση το παρόν τους, στην πραγματικότητα αυθεντικοί υπερασπιστές και συνεχιστές της παλαιοκομματικής και πελατειακής πρακτικής που μετουσιώθηκε σε κυβερνητική πράξη τα 5 τελευταία χρόνια και τα δράματα, τα δραματικά αποτελέσματα της οποίας ζει σήμερα ο ελληνικός λαός.

Αυτές οι αλλαγές με αυτή την οπτική γίνονται σε όλα τα επίπεδα, σε όλα τα Υπουργεία, σε όλη την Κυβέρνηση. Γιατί είναι ακριβώς μέρος μιας συνολικής αντίληψης ριζικών αλλαγών σε όλο το φάσμα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η χώρα.

Μερικοί μετράνε το χρόνο, για να δουν αν εξελίσσονται γρήγορα ή αργά όλες αυτές οι αλλαγές. Και επιτρέψτε μου αυτή την αναφορά, που περισσότερο βγαίνει από την ιδιότητα του τέως Γραμματέα και πολύ λιγότερο από την ιδιότητα του σημερινού μέλους της Κυβέρνησης.

Πράγματι αυτές οι αλλαγές έχουν αργήσει. Δεν έχουν όμως, αγαπητές συντρόφισσες και αγαπητοί σύντροφοι, αργήσει κατά κάποιους μήνες. Στην πραγματικότητα έχουν αργήσει χρόνια, έχουν αργήσει δεκαετίες.

Γιατί η Κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, η Κυβέρνηση η δική σας, η Κυβέρνηση του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, έχει στην πραγματικότητα αναλάβει την ιστορική ευθύνη να ανακτήσει το χαμένο χρόνο της χώρας.

Και δε χρειάζεται, ειλικρινά δε χρειάζεται τώρα να πούμε ότι όταν με το καλό τέλος Μαΐου θα έχουν ολοκληρωθεί μια σειρά από κρίσιμα και καθοριστικά ακόμα νομοθετικά, αλλά και πολιτικά βήματα στη δουλειά αυτής της Κυβέρνησης, θα μπορούμε ανεπιφύλαχτα να ισχυριστούμε ότι όσα θα έχουν γίνει μέχρι τότε, δεν είχαν γίνει τα προηγούμενα 5 και 6 ολόκληρα χρόνια.

Βεβαίως, υπάρχει ένα ερώτημα, πού εδράζονται όλα αυτά. Και βεβαίως καμία αμφιβολία ότι όλα αυτά εδράζονται στο πολιτικό και ηθικό πλεονέκτημα αυτής της Κυβέρνησης, αυτού του Κινήματος.

Μετά τα όσα έζησε η Ελλάδα από τις Κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, υπάρχει μια δικαιολογημένη και εύλογη καχυποψία. Αν μπορεί πράγματι αυτό το καθεστώς της κακοδαιμονίας να ξεριζωθεί, αυτό το καθεστώς της «κλεπτοκρατίας» για πολλούς που στην πραγματικότητα στήθηκε.

Και βέβαια δεν ξεχνάμε και δε θα ξεχάσουμε ποτέ, την ύψιστη υποχρέωση που έχουμε απέναντι στους πολίτες. Να πιάσουν τόπο οι θυσίες τους. Γιατί αυτό είναι το μείζον, αυτό είναι το κεντρικό θέμα. Να μην πάνε οι κόποι τους χαμένοι, να μην πάνε όπως συνέβη τα περασμένα 5 χρόνια και δε θα πάνε σε κολλητούς, σε off shore, σε σκάνδαλα δομημένων ομολόγων, σε Βατοπαίδια.

Αυτό είναι το οποίο μας δίνει την απόλυτη αποφασιστικότητα, την τόλμη και τη σιγουριά να προχωρήσουμε. Και τίποτα, ειλικρινά τίποτα, δε θα μας αποτρέψει από το να κάνουμε το χρέος μας.

Το χρέος μας απέναντι στην παράταξη, το χρέος απέναντι στην ιστορία μας, το χρέος μας απέναντι στον εαυτό μας, για όλα εκείνα για το οποία δεσμευτήκαμε στον ελληνικό λαό.

Ακόμα και όταν οι αντιδράσεις είναι μεγάλες. Ακόμα και όταν οι αντιδράσεις είναι λυσσαλέες και ζήσαμε τέτοιες περιπτώσεις. Όπως ήταν η περίπτωση του νόμου για την ιθαγένεια. Για τις σύγχρονες διατάξεις στον κώδικα ιθαγένειας και για την πολιτική συμμετοχή των νόμιμων οικονομικών μεταναστών στην πατρίδα μας.

Μας κατηγόρησαν και γι' αυτό για σκοπιμότητα. Αν υπήρχε σκοπιμότητα, το ξέρουν πια οι περισσότεροι, είχαμε έναν εύκολο δρόμο. Απλώς θα διατηρούσαμε το σημερινό καθεστώς, το μέχρι χτες για να ακριβολογώ, νομικό καθεστώς.

Το οποίο έδινε ανεξέλεγκτες εξουσίες στον εκάστοτε Υπουργό, στη συγκεκριμένη περίπτωση στον υποφαινόμενο, να κάνει ό,τι θέλει. Να δίνει όπου θέλει και σε όσους θέλει την ελληνική ιθαγένεια, άρα και τα εκλογικά δικαιώματα που απορρέουν από αυτήν, δηλαδή να ελληνοποιεί όποιον θέλει, απλώς με την υπογραφή του, όσους και όποτε επιθυμεί να κάνει κάτι τέτοιο.

Εμείς δε διαλέξαμε αυτό το δρόμο. Γιατί ακριβώς κάνουν λάθος να κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια. Ψηφίσαμε ένα νόμο που συνάδει με ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, με μια ανθρώπινη κοινωνία.

Πιστεύουμε βαθιά ότι είναι ένα ιστορικό βήμα πίστης στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, αυτό το νομοσχέδιο που ψήφισε το Ελληνικό Κοινοβούλιο, με την πολύ μεγάλη και αποφασιστικής σημασίας συμβολή και δουλειά της Κοινοβουλευτικής μας Ομάδας, είναι ένα ιστορικό «ναι» στην Ελλάδα της ασφάλειας και της ανθρωπιάς, στην Ελλάδα της δικαιοσύνης.

Είναι ένα πραγματικά ιστορικό βήμα. Γιατί δείχνει ότι η Ελλάδα δε φοβάται, έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό της. Γιατί είναι μια Ελλάδα, που επιτρέπει στους Έλληνες να είναι πραγματικά και όχι φοβικά, να είναι πραγματικά υπερήφανοι γι' αυτήν.

Και αυτή είναι η Ελλάδα στην οποία εμείς πιστεύουμε, για την οποία μας έχετε, μας έχει δώσει ο ελληνικός λαός την εντολή να εργαζόμαστε. Ο νόμος για την ιθαγένεια ήταν, αγαπητές συντρόφισσες και αγαπητοί σύντροφοι, μια πράξη καθήκοντος απέναντι στη διαχρονική συλλογική μας συνείδηση. Σε τελική ανάλυση στην ψυχή της δημοκρατικής παράταξης.

Γιατί εμείς δεν ξεχνούμε ποτέ ότι είμαστε ένα Κίνημα βγαλμένο από τα σπλάχνα του ελληνικού λαού. Και το ΠΑΣΟΚ γεννήθηκε στην προσφυγιά.

Αυτή την ευθύνη, αυτό το χρέος, αυτό το ιερό καθήκον, κανείς δεν είχε δικαίωμα να μην το εκπληρώσει. Και βεβαίως κανείς δε θα μας κάνει να το ξεχάσουμε. Το τιμούμε, θα το τιμούμε πάντα.

Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος και ο σκοπός που είμαστε εδώ. Για να ξέρουν οι πάντες, έξω από αυτή την αίθουσα, ότι όταν πρόκειται για τις αρχές, όταν πρόκειται για τις αξίες μας, όταν πρόκειται για την ψυχή μας και για τα πιστεύω μας, δεν πρόκειται να κάνουμε πίσω.

Δε θα υποστείλουμε ποτέ τη σημαία της δικαιοσύνης. Ποτέ τη σημαία της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς, που είναι σύμφυτα με το πολιτικό DNA αυτού του Κινήματος.

Ακόμα και αν είναι δύσκολοι καιροί, ακόμα και αν έχουμε λιγότερα να μοιραστούμε. Τότε, ακόμα πιο ψηλά εμείς θα νιώθουμε την ανάγκη να σηκώνουμε τη σημαία αυτών των αρχών και αυτών των αξιών και αυτό πρέπει να το γνωρίζουν όλοι, για να μπορούν ορθά να μεθερμηνεύουν και να διαβάζουν τις πολιτικές εξελίξεις, όταν αυτές προέρχονται από πρωτοβουλίες αυτής της Κυβέρνησης.

Είμαστε, αγαπητές συντρόφισσες και αγαπητοί σύντροφοι, υπερήφανοι για όλα αυτά. Θα είμαστε όμως πολύ πιο περήφανοι γι' αυτά που θα γίνουν. Γιατί αυτός είναι ο δικός μας πατριωτισμός. Αυτός είναι ο πατριωτισμός του Γιώργου Παπανδρέου και του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος, αυτές είναι οι αξίες μας, αυτές είναι οι αξίες και οι αρχές, οι στόχοι για μια κοινωνία ανθρωπιάς και δικαιοσύνης,  για την οποία δουλεύουμε και δε θα σταματήσουμε μέχρι το τέλος  αυτής της κυβερνητικής θητείας.

Σας ευχαριστώ πολύ.