Για μια εκπαιδευτική πολιτική ανοιχτών οριζόντων

Dr Αντώνης Παυλίδης

Σχολικός σύμβουλος ΠΕ, τ. μέλος του

δ.σ. της ΔOΕ και του Γ.Σ. της ΑΔΕΔΥ

από την εφημ. ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ της Θεσσαλονίκης

Δευτέρα 6 Απριλίου 2009

 

H παγκόσμια οικονομική κρίση και οι επιπτώσεις της απαιτούν γενναία αναπροσαρμογή της πολιτικής μας. Στον πυρήνα αυτής της πολιτικής πρέπει να τεθεί η παιδεία. Τώρα είναι η ώρα της παιδείας. Η επιβεβαίωση που έρχεται από τη μελέτη της νεότερης -τουλάχιστον- Ιστορίας μας , ότι όταν η εκπαίδευση έμπαινε στο κέντρο της πολιτικής μας, δημιουργούνταν συνθήκες ανάπτυξης της χώρας, πρέπει επιτέλους να αξιολογηθεί ορθά από το πολιτικό μας προσωπικό. Έχουμε μια καλή ευκαιρία να κερδίσουμε το «χαμένο» χρόνο τηs κρίσης, διαμορφώνοντας παράλληλα καλύτερες προϋποθέσει για το μέλλον του τόπου μας.

Σ' αυτό το πλαίσιο η συνένωση των υπουργείων Παιδείας και Πολιτισμού σ' ένα -πρώτο μάλιστα τη τάξει- πραγματικό υπουργείο Παιδείας, με υφυπουργεία Εκπαίδευσης και Πολιτισμού, εκτός τηs ορθολογικής οργανωτικής δομής και τηs αποκατάστασης του όρου παιδεία στις πραγματικές του διαστάσεις (ο όρος «παιδεία» είναι ευρύτερος της εκπαίδευσης και αναφέρεται στο συνολικό πολιτιστικό πλούτο ενός λαού), θα στείλει κι ένα σημαντικό μήνυμα στην κοινωνία: ότι αναδιατάσσονται οι εθνικές προτεραιότητες.

Σ' ένα δεύτερο επίπεδο απαιτείται ο άμεσος σχεδιασμός της εκπαιδευτικής πολιτικής με μακρύ χρονικό ορίζοντα, π.χ. 20ετίας. Βασικό στοιχείο αυτού του σχεδιασμού είναι η μεγαλύτερη δυνατή αύξηση κονδυλίων, ακόμη και κλιμακωτά (με την ολοένα μεγαλύτερη αύξηση ανά έτος μετά από 1-2 χρόνια), με συγκεκριμένο όμως προγραμματισμό. Ιδιαίτερη βαρύτητα να δοθεί στην ανάπτυξη των θεσμών αντισταθμιστικής εκπαίδευσης, που θα στηρίζουν τις αδύνατες πληθυσμιακές ομάδες. Η απουσία οράματος για την παιδεία εμποδίζει τη λήψη αποφάσεων τέτοιας κλίμακας από τον πολιτικό κόσμο, παρόλο που οι πολίτες θα τη στήριζαν, γνωρίζοντας ότι η επένδυση στην παιδεία είναι η πιο παραγωγική. Προφανώς εμπόδιο συνιστά η απαίτησή τους για ειλικρίνεια, διαφάνεια και όραμα για το μέλλον του τόπου.

Στο πλαίσιο αυτό η Πολιτεία πρέπει να επενδύσει στους εκπαιδευτικούς, καθιερώνοντας ένα σύστημα συνεχούς επιμόρφωσής τους. Η αναγκαιότητα επίσης καθιέρωσης ενός συστήματος αξιολόγησης, όχι μόνο των εκπαιδευτικών, αλλά όλων των συντελεστών της εκπαιδευτικής διαδικασίας με στόχο τη συνεχή τους βελτίωση, θα καταστήσει το εκπαιδευτικό περιβάλλον πιο αποτελεσματικό. Αυξάνοντας θεαματικά τις αποδοχές των εκπαιδευτικών, αρχίζοντας με την έξοδο από την κρίση, η Πολιτεία θα αποδείξει ότι οφείλει να δώσει πολύ περισσότερα στους εκπαιδευτικούς, έχοντας παράλληλα πολύ μεγαλύτερες απαιτήσεις απ' αυτούς.

Στο οργανωτικό επίπεδο είναι αναγκαίες ουσιώδεις αλλαγές κυρίως στα δύο άκρα του εκπαιδευτικού μας συστήματος: το υπουργείο Παιδείας και το σχολείο. Ως προς το πρώτο, επιβάλλεται η μεταφορά μιας σειράς αρμοδιοτήτων καθημερινής διαχείρισης στις 13 Περιφερειακές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, που θα τις μετατρέψει σε μικρά υπουργεία Παιδείας, απελευθερώνοντας το υπουργείο που θα μετεξελιχθεί από γραφειοκρατικό μηχανισμό σε στρατηγείο παραγωγής πολιτικής. Το δεύτερο, λειτουργώντας στο γενικό πλαίσιο της καθοριζόμενης εκπαιδευτικής πολιτικής, ν' αποκτήσει παράλληλα μεγαλύτερη αυτονομία, δίνοντας τη δυνατότητα εισαγωγής εκπαιδευτικών καινοτομιών σε τοπικό επίπεδο, προσαρμόζοντας το περιεχόμενό του και στις κοινωνικές και γεωγραφικές του ιδιαιτερότητες. Εδώ καθοριστική θα είναι η συμβολή των σχολικών συμβούλων και των εκπαιδευτικών, των οποίων ο ρόλος έτσι αναβαθμίζεται.

Αλλαγή του περιεχομένου εκπαίδευσης και ιδιαίτερο βάρος στην παιδαγωγική διάσταση του σχολείου σ' όλα τα επίπεδα. Αυτό σημαίνει νέα, σύγχρονα αναλυτικά προγράμματα, όχι μονοσήμαντα που θα καλύπτουν τις ανάγκες της αγοράς, αλλά τέτοια που θα παρέχουν παιδεία με δύο κεντρικούς στόχους: την ανάπτυξη του τόπου με κέντρο τον άνθρωπο και το περιβάλλον και την αναπαραγωγή των πολιτιστικών μας ιδιαιτεροτήτων. Παιδαγωγική κατάρτιση όλων των εκπαιδευτικών, που σημαίνει ελκυστικό σχολικό περιβάλλον, που θα στοχεύει στην παραγωγή όχι παθητικών υπηκόων, αλλά ενεργών και αυτόβουλων πολιτών, που θα στηρίζουν κριτικά την Πολιτεία τους και δε θα περιθωριοποιούνται. Σημαίνει αναβάθμιση του ρόλου του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, με θεσμοθέτηση της σύνδεσής του με τους σχολικούς συμβούλους και τα πανεπιστήμια, που θα οδηγήσει με τη σειρά της στην παραγωγή ελληνικής παιδαγωγικής άποψης. Είναι καιρός να αποφύγουμε το μιμητισμό, που οδήγησε στη θεοποίηση παιδαγωγών, που στις ίδιες τις χώρες τους δεν υπολογίζονται ιδιαίτερα.

Καθορισμός ενός ελάχιστου χρόνου για την εξάλειψη του κτιριακού προβλήματος των σχολείων, με ιδιαίτερη όμως βαρύτητα στην αισθητική των σχολικών κτιρίων, που φαίνεται να αγνοείται από τους τεχνικούς της εκπαίδευσης. Η εικόνα του σχολείου - φυλακής που χαρακτηρίζει σήμερα ιδιαίτερα τα μεγάλα αστικά κέντρα, πρέπει να εκλείψει. Το εντυπωσιακό μοντέλο σχολικού κτιρίου που εισηγήθηκε ο γενικός διευθυντής του Oργανισμού Σχολικών Κτιρίων πριν από 6 χρόνια, μπορεί ν' αποτελέσει τη βάση του σχολικού κτιρίου του μέλλοντος.

Αυτονόμηση του λυκείου, με την καθιέρωση ενός νέου συστήματος εισαγωγής στο πανεπιστήμιο, όπου θα επιβραβεύεται η κριτική και δημιουργική σκέψη, με την καθιέρωση πανελλαδικών εξετάσεων στο λύκειο και ενός είδους «εθνικού απολυτηρίου», με το οποίο θα οδηγείται ο μαθητής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ παράλληλα οι σχολές των ΑΕΙ θα καθορίζουν το συντελεστή βαρύτητας των μαθημάτων για την επιλογή των φοιτητών.

Μετά τις μεγάλες αλλαγές που επέβαλε ο νόμος - πλαίσιο για τα ΑΕΙ στις αρχές της δεκαετίας του 1980, απαιτείται μια νέα θεσμική παρέμβαση ίδιας κλίμακας, που να αποκαθιστά την τάξη, την αξιοκρατία και την αποτελεσματικότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, περιορίζοντας την αλαζονεία, τις αυθαιρεσίες και τα στε­γανά των golden boys (και girls) των πανεπιστημίων, αναδεικνύοντας παράλληλα το σημαντικό έργο που παράγεται από πανεπιστημιακούς δασκάλους αλλά και από μεμονωμένα τμήματα και σχολές.