ÁöéÝñùìá óôï Èåüäùñï Áããåëüðïõëï

ÊõñéáêÞ 29 Éáíïõáñßïõ 2012

Βασßλης Φουρτοýνης: δÜσκαλος, αναπληρωματικüς Αιρετüς ΑΠΥΣΠΕ ΑττικÞς

«Ο Τεü üπως τον Ýζησα»

ΕπτÜ φßλοι και συνεργÜτες του μεγÜλου μας σκηνοθÝτη αναπολοýν þρες και μÝρες που πÝρασαν μαζß του

ΠολλÜ γρÜφτηκαν και πολλÜ θα γραφτοýν για τον Θüδωρο Αγγελüπουλο. ¼μως ο μεγÜλος Ýλληνας σκηνοθÝτης μÜλλον περιγρÜφεται καλýτερα, üταν τον λüγο παßρνουν φßλοι και Üνθρωποι του εργασιακοý περιβÜλλοντüς του. ΕπτÜ πρüσωπα που τον γνþρισαν και δοýλεψαν μαζß του μοιρÜζονται με μας μια αντιπροσωπευτικÞ τοý ανδρüς ιστορßα, μια ανÜμνηση απü τüτε που, για λßγο Þ για πολý, βρÝθηκαν πραγματικÜ κοντÜ του.

 

 ΑχιλλÝας Κυριακßδης, συγγραφÝας, μεταφραστÞς, σεναριογρÜφος και σκηνοθÝτης

«Δεν τον εßχα δει πιο ευτυχισμÝνο»

Την περασμÝνη εβδομÜδα γυρßζαμε μια σκηνÞ απü την τελευταßα του ταινßα, στην οποßα εγþ εßχα Ýναν μικρü ρüλο. Υποδυüμουν Ýναν φßλο του πρωταγωνιστÞ, του Τüνι Σερβßλο. Πρþτη μου φορÜ Ýβλεπα τον Θüδωρο Αγγελüπουλο τüσο χαλαρü, τüσο Þρεμο και τüσο ευτυχισμÝνο. Την þρα της δουλειÜς Þταν τüσο Þπιος, τüσο συμφιλιωμÝνος με αυτü που Ýκανε. Εμοιαζε να μην Ýχει κανÝνα Üγχος. ΜÜλιστα, το γýρισμα της σκηνÞς ολοκληρþθηκε τüσο γρÞγορα, μÝσα σε περßπου δýο þρες, που σχεδüν απüρησα. «Δεν θÝλεις κÜτι Üλλο;» τον ρþτησα απü φüβο üτι κÜτι δεν θα εßχε πÜει καλÜ. «Οχι», μου απÜντησε, «εßμαι πολý ευχαριστημÝνος». «Τüτε μÞπως να γρÜψεις και μια Üλλη σκηνÞ», του εßπα αστειευüμενος, «στην οποßα να εμφανßζεται ο φßλος του πρωταγωνιστÞ;». Ο Αγγελüπουλος Ýβαλε τα γÝλια, και αυτÞ εßναι η τελευταßα εικüνα που κρÜτησα απü εκεßνον: το πüσο ευδιÜθετος και χαροýμενος Þταν σε εκεßνη τη στιγμÞ της ζωÞς του. Εßναι üμως η ßδια εικüνα που κÜνει ακüμη πιο τραγικü τον θÜνατü του.

ΡÝα ΓαλανÜκη, ΣυγγραφÝας, συνεργÜστηκε στο σενÜριο της ανολοκλÞρωτης ταινßας «Η Üλλη θÜλασσα»

Μια µεγÜλη διδαχÞ

 Ο Θüδωρος Αγγελüπουλος μου εßχε ζητÞσει πριν απü τρßα και παραπÜνω χρüνια να συνεργαστοýμε στο σενÜριο της τελευταßας του ταινßας «Η Üλλη θÜλασσα». Ο ΠÝτρος ΜÜρκαρης κι εγþ συνεργαστÞκαμε üλα αυτÜ τα χρüνια με τον Αγγελüπουλο, εγþ για πρþτη φορÜ. Διευκρινßζω üτι το σενÜριο Þταν Ýργο αποκλειστικÜ του Αγγελüπουλου, και με εμÝνα τουλÜχιστον συζητοýσε το καθετß, ρωτοýσε, δεχüταν και ενÝτασσε στο κεßμενü του Þ απÝρριπτε Ýως ακüμη και την περασμÝνη εβδομÜδα. Η συνεργασßα μας εξελßχθηκε σε μια ουσιαστικÞ φιλßα με τον ßδιο τον Θüδωρο και με τη γυναßκα του Φοßβη. Ας πω üτι τον ßδιο τον εßχα γνωρßσει λßγο απü την εποχÞ του «Σýγχρονου ΚινηματογρÜφου» και του «ΘιÜσου». Το σενÜριο της «Αλλης θÜλασσας» (τßτλος δανεισμÝνος απü ποßημα του ΣεφÝρη) αναφÝρεται στην κρßση της σημερινÞς ΕλλÜδας, κρßση πολυεπßπεδη, σýνθετη, πρωτüγνωρη. Μια πρþιμη γραφÞ επικεντρωνüταν στο μεγÜλο πρüβλημα των μεταναστþν και σχετιζüταν λßγο þς πολý με üσα συνÝβησαν στην ΠÜτρα. Πλην üμως η κρßση που τüτε Üρχισε να ξεσπÜ, Ýκανε αυτüν τον τüσο ευαßσθητο στοχαστÞ των κοινωνικþν καταστÜσεων να στοχεýσει στο μεßζον, στη διατýπωση δηλαδÞ της ßδιας της κρßσης, μÝρος της οποßας εßναι φυσικÜ και το μεταναστευτικü.

Οι πρωταγωνιστÝς, Ýνας πατÝρας και η εικοσÜχρονη κüρη του, εμπλÝκονται ο καθÝνας με τον τρüπο του στα üσα συμβαßνουν, ο μεν ευυπüληπτος πατÝρας στην παρÜνομη διακßνηση μεταναστþν, η δε κüρη του στην με κÜθε τρüπο υποστÞριξÞ τους. Οι προσπÜθειες κÜποιων νÝων να ανεβÜσουν την «Οπερα της πεντÜρας» δεν καρποφοροýν, ενþ μια εντολÞ δολοφονßας και μια αυτοκτονßα κορυφþνουν το τραγικü, και εξαιρετικü νομßζω, αυτü σενÜριο.

Ο τρüπος που ο Αγγελüπουλος Ýγραψε το σενÜριο αυτü Þταν για μÝνα μια μεγÜλη διδαχÞ, παρüτι Ýχω δεκαετßες στη λογοτεχνßα. Η προσÞλωσÞ του σ' αυτü τον σκοπü, η ανοικτÞ συζÞτηση, οι ευαßσθητες κεραßες του για üσα συμβαßνουν γýρω μας, ο τρüπος που η βαθιÜ του μüρφωση υποστÞριζε τη σκηνοθετικÞ του οπτικÞ και τα σκηνοθετικÜ του ευρÞματα, üλα αυτÜ, κυρßως üμως το γρÜψιμο και το ξαναγρÜψιμο και η εξαντλητικÞ επεξεργασßα του κειμÝνου του (γýρω στις εκατü φορÝς για το συγκεκριμÝνο) μου Ýδειξαν πÜρα πολλÜ, γι' αυτü και τον ευγνωμονþ.

Δεν θα αποσιωπÞσω, ωστüσο, τις τρομακτικÝς οικονομικÝς δυσκολßες που συνÜντησε στην ΕλλÜδα που σÞμερα κλαßει και οδýρεται για τον χαμü του, προκειμÝνου να γυρßσει αυτü το πολý πυκνü σενÜριο, üταν οι επιχορηγÞσεις στα κüμματα αυξÞθηκαν φÝτος, üταν οι υπÜλληλοι της ΒουλÞς πÞραν δÝκατο τÝταρτο και δÝκατο πÝμπτο μισθü. Η ταινßα ξεκßνησε με λßγα χρÞματα, αλλÜ με πεßσμα.

Τη ΔευτÝρα το μεσημÝρι, αφοý πÝρασα απü το γραφεßο του, πÞγα για λßγο στο Ρεξ, üπου γινüντουσαν γυρßσματα. ΑνταλλÜξαμε δυο τρεις ζεστÝς κουβÝντες. Το σενÜριο εßχε αρχßσει να γßνεται ταινßα. Ποιος να υπÝθετε üτι σε εßκοσι εννÝα þρες ο πιο σπουδαßος Ýλληνας σκηνοθÝτης, ο καλüς φßλος, θα Üρχιζε το τελευταßο του ταξßδι...

 

ΔημÞτρης ΜυταρÜς, Ακαδημαúκüς και ζωγρÜφος, φßλος του απü το Παρßσι

Η υπüσχεση εßναι υπüσχεση

Το Παρßσι στα χρüνια της δικτατορßας Þταν ο τüπος που με Ýφερε κοντÜ με τον Θüδωρο Αγγελüπουλο. ΜÝναμε και οι δυο στο Fondation Hellenique (σ. σ. ελληνικÞ εστßα). Εκεßνος Ýκανε μαθÞματα κινηματογρÜφου κι εγþ σκηνογραφßας. ΚÜναμε παρÝα και πολλÝς φορÝς δουλεýαμε μαζß για να βγÜλουμε Ýνα χαρτζιλßκι. ΚολλÜγαμε αφßσες, γραμματüσημα σε προσκλÞσεις του πανεπιστημßου, στÞναμε τραπÝζια για τα garden parties. Πηγαßναμε στην υπεýθυνη για αυτÝς τις δουλειÝς, τη μαντÜμ ΤομÜς κι εκεßνη μας Ýδινε κÜτι να κÜνουμε για να βγÜλουμε κÜνα φρÜγκο. ΚÜποια στιγμÞ ο Θüδωρος δεν μποροýσε να πληρþσει τα δßδακτρα. Και για να μην τα παρατÞσει ποýλησε ü,τι εßχε και δεν εßχε. Δßσκους, κασετüφωνα, κÜποια μουσικÜ üργανα... Τα πÜντα. Με εßχε συγκλονßσει η κßνησÞ του αυτÞ.

Οταν επιστρÝψαμε στην ΕλλÜδα δεν εßχαμε μεγÜλη επαφÞ. Πρüσφατα μßλησα με κÜποιους φßλους που Þταν συνεργÜτες του στα γυρßσματα και τους εßπα να τον ρωτÞσουν αν γνωρßζει κÜποια μαντÜμ ΤομÜς. ΕξεπλÜγη üταν τον ρþτησαν. Και üταν Ýμαθε ποιος τους εßχε μιλÞσει για τη μαντÜμ ΤομÜς με πÞρε τηλÝφωνο. ΠρÝπει να Þταν πÝντε Þ Ýξι μÝρες πριν απü το τραγικü και Üδικο τÝλος του. ΘυμηθÞκαμε τα παλιÜ, του εßπα üτι χαßρομαι που δουλεýει ακüμη για τη δüξα της ΕλλÜδας... Κι εκεßνος μου εκμυστηρεýτηκε üτι εßχε Ýργα üλων των ζωγρÜφων απü εκεßνη την παρÝα του Παρισιοý, απü τον Τσαροýχη, τον Φασιανü, αλλÜ üχι δικü μου. Του υποσχÝθηκα να του στεßλω Ýνα. Δεν πρüφτασα. Η υπüσχεση üμως εßναι υπüσχεση. Γι' αυτü και αποφÜσισα το Ýργο που δεν πρüλαβα να του χαρßσω, να το δωρßσω εις μνÞμην του στην ΕθνικÞ ΠινακοθÞκη.

 

ΜÜνια Παπαδημητρßου, Ηθοποιüς, Ýπαιξε στην ταινßα «Το βλÝμμα του ΟδυσσÝα» (1995)

Το βλÝμμα των βλεμμÜτων

ΒαλκÜνια, 1994. Τον παρατηροýσα. Τον περιεργαζüμουν. «Ποιος εßναι αυτüς ο ιδιüτροπος θεüς; Που δεν δßνει σημασßα στα καθημερινÜ, μüνο κÜνει υπολογισμοýς για μακρινÝς διαδρομÝς στα βÜθη των τοπßων, για πßνακες ζωγραφικÞς μÝσα σε ομßχλη;». Κοιτοýσα τους εγκαταλειμμÝνους δρüμους των πüλεων. Τα κλειστÜ μαγαζιÜ. Τα ξεφτισμÝνα κτßρια. Τους θλιμμÝνους ανθρþπους. Κοιτοýσα τη φτþχεια γýρω μου. Εμεßς τüτε, δολÜρια Þ μÜρκα. Κοιτοýσα τον αμερικανü πρωταγωνιστÞ. Τον Αγγελüπουλο. ΕμÝνα να τους κοιτÜζω. Στην ταινßα Þταν üλα εκεß. Ολα τα βλÝμματα μÝσα στο δικü του. Ολη η γεýση της οδýνης. Το χρþμα της απελπισßας, για το πüσο Ýρμαια εßμαστε στα χÝρια της Ιστορßας. Γιατß να Ýχουν συμβεß üλα αυτÜ; Γιατß να γκρεμιστεß Ýτσι μια χþρα;

Εκεß, στο τρßτο μÝρος του «ΟδυσσÝα», με κÝρδισε ο Αγγελüπουλος για πÜντα. ΒομβαρδισμÝνο Μüσταρ (το ΣαρÜγεβο της ταινßας). Ηθελα η μηχανÞ να πηγαßνει üσο γßνεται πιο αργÜ, να προλαβαßνω να σκÝφτομαι. Αποκορýφωμα, η σκηνÞ στην ομßχλη. Η οθüνη γεμßζει χιüνι. Μüνο ακοýς. Εκεßνο τον καιρü εßχε γεμßσει το κεφÜλι μας απü ειδησεογραφικÝς εικüνες που Üλλαζαν σε τÝτοιους ρυθμοýς, που κινδýνευες να θεωρÞσεις τη διÜλυση της διπλανÞς μας χþρας «βαρετÞ επικαιρüτητα». Η ταινßα, βÜλσαμο στη σκÝψη. ΘυμÞθηκα τüτε τα βλÝμματα Ýνα Ýνα. Τα δικÜ μας και των Üλλων. Των Βαλκανßων επÜνω στους Ελληνες (ευημεροýσαν τüτε) και των ΕλλÞνων στους Αμερικανοýς (ηγεμüνευαν τüτε). Και θυμÜμαι τα λüγια του: «Μην κινεßσαι τüσο γρÞγορα, ΜÜνια. Δεν προλαβαßνει το πλÜνο να καταγρÜψει τüσο νευρικü ρυθμü».

Μας Ýμαθαν να βιαζüμαστε και να θαυμÜζουμε το «γρÞγορο» γυαλιστερü μοντÝλο. Να βιαζüμαστε να προλÜβουμε κÜτι που μας πÜει στον γκρεμü; ΥπÜρχει επιστροφÞ; Η φýση εßναι αργÞ. Ο χρüνος üμως της δýσης τüσο λßγος! Αν δεν προλÜβεις να τραβÞξεις το πλÜνο σε μßα φορÜ, τüτε πÜει, Ýχασες. Οταν αποφασßσει να νυχτþσει, νυχτþνει μονομιÜς. Ετσι Ýφυγε ο σκηνοθÝτης. ΜονομιÜς. Και μεßναμε να αποροýμε.

«ΠÝθανε; Εßσαι σßγουρη; ΔιÜβασÝ το Üλλη μια φορÜ στο Ιντερνετ. Μπορεß να Ýχεις κÜνει λÜθος!».

 

ΛÜκης ΠαπαστÜθης, ΣκηνοθÝτης, στενüς φßλος του

Μιλþντας με τη σιωπÞ

Γνþριζα τον Θüδωρο Αγγελüπουλο απü το 1965, προτοý καν διαμορφωθεß αυτü που αργüτερα  ονομÜστηκε ΝÝος Ελληνικüς ΚινηματογρÜφος. ΘυμÜμαι üτι δοýλευε και ως κριτικüς κινηματογρÜφου στην εφημερßδα «ΔημοκρατικÞ ΑλλαγÞ». Απü τüτε ξεχþριζε, Þταν ηγετικÞ φυσιογνωμßα και φαινüταν αποφασισμÝνος να διαβεß τον δρüμο που τελικÜ διÜβηκε. ΘυμÜμαι που στη χοýντα πηγαßναμε σε κÜποιες ταινßες που διÝλυαν οι αστυνομικοß. Τη δεκαετßα του 1970 η παρουσßα του Þταν πολý σημαντικÞ, συνÝβαλε στη λεγüμενη «γλωσσολογικÞ αναζÞτηση» του ελληνικοý κινηματογρÜφου.

Τον θυμÜμαι συχνÜ και στο ΦεστιβÜλ Θεσσαλονßκης - ενδιαφερüταν αληθινÜ για τον κινηματογρÜφο, συζητοýσε για τις ταινßες. Στη δικÞ μου τελευταßα ταινßα, το «Ταξßδι στη ΜυτιλÞνη», üταν ο Θüδωρος Þρθε να τη δει στον Απüλλωνα, θυμÜμαι τη σιωπÞ μας üταν Þρθε να με χαιρετÞσει. ΚοιταχτÞκαμε σιωπηλοß για αρκετÞ þρα, κÜτι που Þταν üμως πολý «ομιλητικü» για μÝνα. Οταν Ýμαθα τον θÜνατü του, σκÝφτηκα πüσο τραγικÞ σýμπτωση Þταν η πρþτη του ταινßα για τους Forminx και η τελευταßα να μεßνουν ημιτελεßς. Εστω κι Ýτσι, üμως, θα Þθελα να δω ü,τι γυρßστηκε απü την τελευταßα. Οπως και να Ýχει, η διεθνÞς πορεßα του μας κÜνει να ξεχνÜμε üτι ο Θüδωρος Αγγελüπουλος μßλησε για την ΕλλÜδα. Νομßζω üτι τους Ελληνες που σÞμερα πενθοýν καλü θα Þταν το πÝνθος να τους κÜνει να δουν ξανÜ τις ταινßες του, με το μυαλü τους, με το πνεýμα και την ψυχÞ τους. ΚÜτι τÝτοιο θα τον Ýκανε ευτυχισμÝνο. Και εßναι σημαντικü να καταλÜβουμε üτι εßτε για να τον αγαπÞσεις εßτε για να τον απορρßψεις πρÝπει να διευρýνεις το πνεýμα σου, πρÝπει εσý να γßνεις καλýτερος. Αυτü δεßχνει απü τι μÝταλλο Þταν φτιαγμÝνος.

 

ΑλεξÜνδρα Αúδßνη, Ηθοποιüς, πρωταγωνßστρια στo «ΛιβÜδι που δακρýζει» (2004)

¸να ποτÞρι νερü

Την πρþτη φορÜ που τον γνþρισα καλÜ Þταν στο τÝλος των προετοιμασιþν για το «ΛιβÜδι που δακρýζει», αρκετÜ πριν αρχßσουν τα γυρßσματα της ταινßας, κÜπου στα τÝλη του 2001. Μπορεß και να Þταν στις αρχÝς της επüμενης χρονιÜς, πÜντως σημασßα Ýχει üτι Ýως τüτε με δοκßμαζε διαρκþς. Ωσπου στο τελευταßο στÜδιο των προετοιμασιþν, ενþ η αγωνßα μου εßχε κορυφωθεß, με Ýβαλε να κÜνω μια σκηνÞ, Ýναν «μονüλογο» απü την ταινßα, στον οποßο η πρωταγωνßστρια, η ΕλÝνη, αφοý Ýχει χÜσει το παιδß της, παραμιλÜει στον ýπνο της. Δεν μου Ýδωσε κÜποια οδηγßα, δεν μου ζÞτησε κÜτι πολý συγκεκριμÝνο? κÜθησε στο γραφεßο του και με Üφησε να κÜνω ü,τι πßστευα.

ΦυσικÜ και εßχα απßστευτο τρακ, Ýπρεπε üμως να το κÜνω και το Ýκανα. Και üταν τα λüγια μου τελεßωσαν, ο Θüδωρος Αγγελüπουλος δεν εßπε απολýτως τßποτα. Μüνο με κοßταξε για λßγο, σηκþθηκε Ýτσι αυστηρüς και σοβαρüς που Þταν και πÞγε και μου Ýφερε Ýνα ποτÞρι νερü. Μου Ýδωσε να το πιω, πÜλι χωρßς να μου αποκαλýψει κÜτι. Η αυστηρüτητÜ του üμως εßχε αποκαλýψει τη γλýκα που εßχε μÝσα της.

ΕπιμÝλεια: Νικüλας Ζþης απü ΤΑ ΝΕΑ