Λογοτεχνικές σελίδες

Φιλία
Μέσα στο βούρκο της ζωής και
μες στη δυστυχία
είναι μια λέξη ιερή
που λέγεται φιλία.

Στο στόμα είναι εύκολο
τη λέξη αυτή να πούμε
μα αντιθέτως στη ζωή
δύσκολο να τη βρούμε.

Ευγενία Κατερουδάκη Τάξη Ε

Μικρό παιδί
Είμαι ένα μικρό παιδί και τα
χρυσά κουμπιά μου κουδουνίζουν.

Τρέχω στους κάμπους στα βουνά
χωρίς κανέναν να μου μιλά.

Τρέχω μόνος μου μια στην
ερημιά και μια στα βουνά.

Ακούω τον τζίτζικα να κάνει τζι, τζι, τζι
και το μοσχαράκι να κάνει μου, μου, μου.

Έτσι μιλάνε μεταξύ τους αυτοί οι δυο,
και κάτω στο λιβάδι τρώνε την τροφή τους.

Κωνσταντίνος Θρεψιάδης, Κωνσταντίνος Μπούρας, Νικήτας Μπούρας Τάξη Ε'

Η ΠΑΡΕΟΥΛΑ
Παρεούλα μου γλυκιά
σ' έχω μέσα στην καρδιά.
Μου μαθαίνεις τόσα πολλά
και γυρίζω σπίτι με χαρά.

Α! και σ' αγαπώ πολύ
να το ξέρεις εσύ γλυκιά μου.
Έχω τόσα μυστικά να σου πω
που καίγεται η καρδιά μου.

Δέσποινα Λιάπη Τάξη Δ2

Το σπίτι μας

Το σπίτι του καθενός είναι ιερό. Κάποιοι έχουν σπίτι και το χαίρονται. Έχουν ζεστασιά κι ένα χώρο απόλυτα δικό τους. Κάποιοι άλλοι δεν έχουν σπίτι και δεν χαίρονται καθόλου γι' αυτό. Κοιμούνται στα παγκάκια, δεν έχουν ζεστασιά και πολλοί πεθαίνουν από την πείνα και από χίλια δυο άλλα πράγματα. Για να βγάλουν λεφτά πουλούν σπίρτα, χαρτομάντιλα και οτιδήποτε άλλο φανταστείς.

Το σπίτι το χρειάζεται ο καθένας για να κοιμάται, να ζεσταίνεται, για να ηρεμεί από τον έξω κόσμο. Το σπίτι μπορεί να είναι βίλα, μπορεί να είναι διαμέρισμα, μπορεί να είναι ακόμα και καλύβα. Όλος ο κόσμος χρειάζεται ένα σπίτι, ακόμα και οι τσιγγάνοι το χρειάζονται για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Τις παραπάνω σκέψεις μου τις έγραψα γιατί ήθελα να καταλάβουμε όλοι μας ότι σε τούτο τον κόσμο δεν ζούμε μόνο εμείς, αλλά ζουν και κάποιοι άλλοι, που χρειάζονται τη βοήθεια μας.

Νέλη Νικοπούλου Τάξη Δ1

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Μ' ΕΝΑ ΚΑΝΑΡΙΝΙ

Έχω πολλά καναρίνια στο μπαλκόνι μου. Μια μέρα αποφάσισα να μιλήσω μ' ένα απ' αυτά. Το πλησίασα αλλά αυτό τρόμαξε όπως όλα τα πουλιά όταν πηγαίνει κάποιος κοντά τους. Αφού το καθησύχασα και του είπα πως δεν πρόκειται να το πειράξω και ότι απλώς θέλω να μιλήσουμε, κάθισε στην κούνια του κι άρχισε η συζήτηση:

- Μπορείς να μου πεις πώς περνάς τη μέρα σου; Θα το ήθελα πάρα πολύ.

- Το πρωί ξυπνάω και κελαηδάω λίγο για να πάρω χαρά. Μετά τρώω το πρωινό μου και πίνω νερό. Ύστερα χαιρετάω τα άλλα πουλιά που πετούν ή καμιά φορά και τα πουλιά που είναι μέσα στα κλουβιά, του απέναντι σπιτιού ή και του δίπλα. Μετά αρχίζουν και έρχονται τα περιστέρια και τα σπουργίτια και κάθονται πάνω στο κλουβί μου. Μερικές φορές μου ζητάνε και φαγητό. Δεν ξέρεις πόσο με εκνευρίζει αυτό. Μερικές φορές έρχεται και η μητέρα μου, μου μιλάει και μου αφήνει και φαγητό άμα δεν έχει.

- Η μαμά σου; Έρχεται η μαμά σου! Ναι, μα εγώ δεν τη βλέπω.

- Έρχεται το βράδυ που όλοι κοιμούνται ή τα χαράματα που όλοι πάλι κοιμούνται. Έρχονται πολλές φορές και φίλοι μου, οι ελεύθεροι που πετάνε και μου μιλάνε και μου λένε ανέκδοτα και αινίγματα που τα έχουν ακούσει από τους ανθρώπους. Παίζουμε και αμέτρητα παιχνίδια όπως: κρυφτό, παιχνίδι ερωτήσεων και άλλα πολλά.

- Θα ήθελες να ήσουν ελεύθερο;

- Κοίτα να δεις, από τη μια θέλω να είμαι ελεύθερο γιατί κανείς δε θα μου απαγόρευε να πετάξω ελεύθερα και τέλος πάντων δε θα μου απαγόρευε κανείς να κάνω αυτά που δεν μπορώ να κάνω εδώ. Από την άλλη όμως κανείς δε θα με φρόντισε, δε θα μου έδινε φαγητό και νερό όπως εσείς. Θα έπρεπε να τη βρίσκω μόνος μου την τροφή και το νερό. Γι αυτό δεν μπορώ να απαντήσω.

Εκεί που μου μιλούσε με φώναξε η μαμά μου:

- Πηνελόπη είναι έτοιμο το φαγητό!

Αποχαιρέτησα το καναρίνι και του είπα πως θα τα ξαναπούμε σύντομα.

Πηνελόπη Αναστασιάδη Δ1 τάξη

ΤΟ ΠΟΥΛΙ

- Πουλί, πουλάκι, ατακτούλη.
- Πω! Πω! Τι κανείς εκεί; Πονάει το φτερό σου;
- Ναι, πονάει, γιατί έπεσα από τη φωλιά μου και τσακίστηκα.
- Πως έπεσες από τη φωλιά σου;
- Μ' έσπρωξαν τ' αδερφάκια μου.
- Και γιατί σ' έσπρωξαν;
- Μ' έσπρωξαν επειδή είμαι άσχημο
- Μα, δεν είσαι άσχημο. Μια χαρά είσαι.
- Όχι, είμαι πολύ, μα παρά πολύ, άσχημο.

Μετά από αυτή τη συζήτηση το πουλάκι κλαίγοντας αποφάσισε να φύγει για τις ζεστές χώρες.

Πέρασε ο χειμώνας και ήρθε η άνοιξη. Όταν το ξαναείδα εκείνο το πουλάκι θαμπώθηκα από την ομορφιά του. Ήταν ένας κατάλευκος κύκνος.

Νεφέλη Χριστοπούλου Τάξη Γ'

Η φύση, η ζωή, η καθημερινότητα

Ο βυθός είν΄ καθαρός
πάνω απ' όλα φυσικός.
Μα, δε φτάνω εκεί συχνά
γιατί είν΄ πολύ κουραστικά.

Μεσημέρι σαν γυρίσω
φαγητό καλό θα βρω,
και θα φαω και θα πιω
νηστική θα κοιμηθώ.

Το βραδάκι θα ξαπλώσω
στο κρεβάτι το μικρό,
τον πατέρα θα φιλήσω
τη μαμά μου θ' ασπαστώ.

Στο όνειρό μου είδα απόψε
πολλά ψάρια και πτηνά,
καρχαρίες, δελφινάκια, μπαρμπουνάκια κ.λ.π.
Καναρίνια, παπαγάλους, γλάρους κι αετούς παιδιά,
κι ήταν όλα μία ζάλη και μια ομορφιά.

Το πρωί που θα ξυπνήσω
θα πλυθώ καλά-καλά,
την τσαντούλα θα ετοιμάσω
και θα φύγω με χαρά.

Δάφνη Κορέλα Τάξη Ε'

 

Το κοριτσάκι κι ο αρκούδος

Μια φορά κι έναν καιρό στην πόλη της Νέας Υόρκης υπήρχε ένα μικρό μαγαζάκι που πουλούσε παιχνίδια. Είχε διάφορα παιχνίδια: μεγάλους αρκούδους, λούτρινα αρκουδάκια, πορσελάνινες κούκλες, κουνιστά αλογάκια και διάφορα άλλα παιχνίδια. Αυτό το μαγαζί το είχε ένας γεροντάκος καλός και συμπαθητικός.

Μια μέρα, λοιπόν, πήγε μια κυρία μ' ένα κοριτσάκι, για ν' αγοράσουν παιχνίδια. Μόλις μπήκαν μέσα, το μικρό κοριτσάκι άρχισε να λεει στην κυρία: "Θέλω αυτόν εκεί τον καφέ αρκούδο με το κόκκινο παπιγιόν. Τον θέλω! Τον θέλω! Τον θέλω!", φώναζε το κοριτσάκι και χτυπούσε τα πόδια του στο πάτωμα. Εκείνη η κυρία, όμως, δεν έλεγε ν' ακούσει και της έλεγε συνέχεια: "Έλα, πάμε να φύγουμε. Είναι πολύ ακριβά και η μαμά σου θα με μαλώσει, αν δεν πάμε γρήγορα στο σπίτι."

Τελικά με τις φωνές, το κοριτσάκι, βγήκε έξω από το μαγαζί.

Το βράδυ όταν πήγε για ύπνο έκλαιγε δυνατά, γιατί η μαμά της τη μάλωσε μιας και ήθελε ένα τόσο ακριβό παιχνίδι.

Μόλις, όμως, ακούμπησε το κεφαλάκι της στο μαξιλάρι είδε ένα φως. Πετάχτηκε αμέσως επάνω και τι να δει; Ο αρκούδος με το κόκκινο παπιγιόν της χαμογελούσε.

Το κοριτσάκι έμεινε με ανοιχτό το στόμα και τότε ο αρκούδος άρχισε να της μιλάει και της έλεγε διάφορα: "Γεια σου είμαι ο Μπέρλι κι έχω δυο αδέρφια, τον Μπερλιόζ και τον Μπίρι. Εσένα πώς σε λένε;" Το κοριτσάκι απάντησε: "Με λένε Μάριον" και συνέχισαν να μιλούν για διάφορα πράγματα.

Το πρωί, όταν η Μάριον σηκώθηκε, είπε στη μαμά της: "Είδα τον αρκούδο, μαμά, μου μίλησε και μου είπε πώς τον λένε και πώς λένε τα δυο του αδέρφια". Τότε η μαμά της, της είπε: "Μάλλον όνειρο θα είδες" και τη φίλησε στο μέτωπο. Αλλά το κοριτσάκι είπε από μέσα του: "Μπορεί να ήταν όνειρο, μπορεί να ήταν αλήθεια, πάντως εγώ μίλησα με τον αρκούδο με το κόκκινο παπιγιόν και δεν με νοιάζει αν δεν μου τον αγοράσει η μαμά, γιατί μπορώ να τον βλέπω κάθε βράδυ.

Τώρα εγώ δεν ξέρω, αν το κοριτσάκι τον βλέπει κάθε βράδυ, πάντως εγώ σας αποχαιρετώ.

Στεφανία Σκάνδαλου Τάξη Δ1

Ο Χιονάνθρωπος

Φέτος τα Χριστούγεννα στον ψηλό Παρνασσό ταξίδεψαν ο Χρήστος και η Φωτεινή, τα δύο αγαπημένα αδέλφια με τους γονείς τους. Τα παιδιά δεν ήξεραν να κάνουν σκι και όταν οι γονείς τους έπαιρναν τα τεράστια πέδιλα, έκαναν βόλτες στο παγωμένο χιόνι και χαίρονταν, τα παιδιά όλο και πιο πολύ απογοητεύονταν και βαριόντουσαν. Την πρώτη νύχτα η Φωτεινή είπε στη μητέρα της ότι δεν είχε τι να κάνει. Εκείνη της απάντησε και της είπε πως μπορούσαν να φτιάξουν ένα χιονάνθρωπο. Την επόμενη μέρα τα παιδιά ξύπνησαν νωρίς και αθόρυβα βγήκαν στην αυλή του ξενοδοχείου τους. Πήραν λίγο χιόνι και άρχισαν να φτιάχνουν το δικό τους χιονάνθρωπο. Για να πω την αλήθεια στην όψη ήταν λίγο άσχημος αλλά είχε κάτι το ξεχωριστό...

Φαινόταν σαν ζωντανός. Εν τω μεταξύ η ώρα είχε περάσει και οι μεγάλοι άρχισαν να ξυπνούν. Τα παιδιά έκαναν τα κοιμισμένα αλλά ένα μικρό χαμόγελο ξέφυγε απ' τον Χρήστο και ύστερα ακολούθησε ενα μεγαλύτερο. Όμως το κακό δεν τελειώνει εδώ. Ένα βλέμμα της Φωτεινής προς τον χιονάνθρωπο κάνει το μπαμπά να τον διακρίνει πίσω απ' τα έλατα. Η μαμά που είναι πιο ήρεμη λέει στα παιδιά ότι αν τελειώσουν το πρωινό τους μπορούν να πάνε να παίξουν. Τα παιδιά μόλις τελείωσαν το φαγητό τους έτρεξαν έξω. Η Φωτεινή σαν μικρή που ήταν άρχισε να κουνάει τα χεράκια της πέρα δώθε ώστε να κάνει κρύο για να μη λιώσει ο χιονάνθρωπος. Μου φάνηκε πως εκείνος χαμογέλασε. Τα παιδιά συνέχισαν να φροντίζουν το χιονάνθρωπο ώσπου μια μέρα ακούστε τι έγινε...

Ο Χρήστος ξύπνησε και όπως κάθε πρωί επισκέφθηκε το χιονάνθρωπο. Τι να δει;

Ο χιονάνθρωπος του χαμογέλασε και τον καλημέρισε. Ο Χρήστος βρισκόταν σε αμηχανία. Ο χιονάνθρωπος του είπε την ιστορία του: "Κάθε χρόνο τα παιδιά με φτιάχνουν με τον τρόπο τους. Φέτος όμως, χάρη σ' εσάς τα μάγια του χειμώνα λύθηκαν. Από εδώ και πέρα δεν θα είμαι ένας απλός χιονάνθρωπος. Θα έχω ζωή".

- Και γιατί ολ' αυτά έγιναν χάρη σ' εμένα και την αδερφή μου; ρώτησε ο Χρήστος. "Είναι απλό", του απάντησε ο χιονάνθρωπος. "Εσύ κι η αδελφή σου μ' αγαπήσατε πραγματικά".

Ο Χρήστος γύρισε στο ξενοδοχείο και διηγήθηκε την ιστορία στη Φωτεινή. Αυτή τον πίστεψε αμέσως. Στη συνέχεια είπαν τα νέα και στους γονείς τους. Αυτοί στην αρχή γέλασαν ειρωνικά και είπαν στα παιδιά: "Αφήστε τα αυτά και πηγαίντε να φάτε". Πού θες να καταλάβουν οι μεγάλοι απ' αυτά;

Γιάννης Παραδεισιάδης Δ 2
E-mail : gparad@hotmail.com

ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΜΕ ΘΕΑ ...ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ 

Κυριακή στο Ναύπλιο. 

Μέσα από το παράθυρο μου κοιτάζω πέρα τη θάλασσα και τον ουρανό…ένα απέραντο γαλάζιο, την παραλιακή λεωφόρο και τα μαγαζιά της. Μικροί και μεγάλοι στην παραλία κάνουν βόλτα, παίζουν, γελούν. Πόσο όμορφος είναι ο κόσμος έτσι, υπέροχος κόσμος.

Μετά το πρωινό η μαμά έφερε τις εφημερίδες και διάβαζε δυνατά τα νέα. Από τα διεθνή θέματα, λέει, τα νέα ήταν τα εξής: απειλή πολέμου στο Ιράκ, σφαγές στη Νιγηρία ... πολύ κακά τα νέα που μας διάβαζε η μαμά πάρα πολύ και σκέφτηκα πως έρχονται και Χριστούγεννα...

Σκέφτομαι αυτή τη στιγμή πόσοι άνθρωποι σε όλες τις γωνιές του πλανήτη αυτή τη στιγμή γεννιούνταιζουν, πεθαίνουν, . ¶λλοι χαίρονται, άλλοι πεινούν, άλλοι υποφέρουν, άλλοι έχουν και άλλοι δεν έχουν.

Σκέφτομαι πόσα παιδιά υπάρχουν στην ίδια ηλικία με μένα και είναι ξυπόλητα, δεν έχουν φαγητό, δεν έχουν αυτά που εγώ, αυτό που απολαμβάνω αυτή τη στιγμή με ασφάλεια, τον ήλιο, τη θάλασσα, την ελευθερία, την αγάπη. Τα παιδιά του πολέμου, τα παιδιά των καταστροφών...

Σκέφτομαι πόσο όμορφη είναι η ζωή όταν σε κρατά η μαμά από το χέρι σ' ένα περίπατο στο δρόμο, στο δάσος, στο βιβλιοπωλείο... Πόσο όμορφη είναι η ζωή όταν έχεις τα μάτια σου να βλέπεις τον κόσμο από το παράθυρο σου... με θέα τον κόσμο.

Νέλη Νικοπούλου Τάξη Δ1

Τα χιόνια

Παιδιά, θα σας πω πώς έρχονται εδώ τα χιόνια. Είναι μια πολύ ωραία ιστορία.

Τα χιόνια έχουν ένα βασιλιά, που τον λένε Χιονιά. Αυτός ήθελε να περάσει τον ουρανό
και να παγώσει τους ανθρώπους. Μα, ήταν πάρα πολύ δύσκολο να περάσει από τον
ουρανό. Πέρναγαν τα χρόνια και ο Χιονιάς δεν τα κατάφερνε κι έπεσε στα γεράματα.

Τότε ο Χιονιάς άκουσε πως ζούσε μια μάγισσα που την έλεγαν Χρονιάρα. Δεν ήξερε όμως που έμενε και τότε έστειλε ένα χιόνι για να βρει που ήταν αυτή η μάγισσα.

Τελικά το χιόνι βρήκε που έμενε η μάγισσα, αλλά ήταν το πιο επικίνδυνο μέρος, το ιερό μέρος.

Όταν το έμαθε ο Χιονιάς τρόμαξε. Πώς θα πάμε εκεί;

Ο Χιονιάς έστειλε μερικά χιόνια και τους είπε τι πρέπει να κάνουν. Φυσικά τους είπε και την ευχή του. Αυτά πήγαν στο ιερό μέρος . Μόλις μπήκαν, πετάχτηκε η μάγισσα και τους είπε:
- Τι θέλετε;
- Να κάνουμε μια ευχή, που μας είπε ο βασιλιάς μας.

Κάνουν την ευχή και διαπιστώνουν ότι τα κατάφεραν να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους και γυρίζουν πίσω στο βασιλιά τους για να του το ανακοινώσουν. Όμως το βασιλιά δεν τον βρήκαν, γιατί είχε πεθάνει. Είχε γεράσει τόσο πολύ που δεν άντεξε.

Τώρα γι' αυτό έχουμε χιόνια, γιατί πραγματοποιήθηκε η ευχή. Α! και κάτι άλλο να σας πω. Οι μέρες των Χριστουγέννων λέγονται και "χρονιάρες". Η λέξη χρονιάρα βγήκε από τη μάγισσα Χρονιάρα.
Εβελίνα Ζέρβα Τάξη Δ1

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
|Σελίδα 1| |Σελίδα 2| |Σελίδα 3| |Σελίδα 4| | Σελίδα 5| |Σελίδα 6| |Σελίδα 7| | Σελίδα 8| |Σελίδα 9| |Σελίδα 10|
|Σελίδα 11| |Σελίδα 12| |Σελίδα 13| |Σελίδα 14| |Σελίδα 15| |Σελίδα 16| |Σελίδα 17| |Σελίδα 18| |Σελίδα 19| |Σελίδα 20|
|Σελίδα 21| |Σελίδα 22| |Σελίδα 23| |Σελίδα 24| |Σελίδα 25| |Σελίδα 26| |Σελίδα 27| |Σελίδα 28|
Η σχεδίαση και η κατασκευή των σελίδων έγινε από το Βασίλη Φουρτούνη
Email: Korifasio2001@yahoo.gr Copyright © 2001 BASILIS FOYRTOYNIS