ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΟΥ ΝΑ ΑΓΑΠΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Γιάννης Ν. Κουμέντος

Dr Παιδαγωγικής

Διευθυντής 12ου Δημ.Σχ. Ν. Σμύρνης

Πέμπτη, 09 Απριλίου 2009

 

Τα θέματα παιδείας θα είναι πάντα επίκαιρα. Τα εκπαιδευτικά συστήματα, οποιασδήποτε μορφής και περιεχομένου αποτελούν κεντρικά σημεία αναφοράς  των πολιτικών, των γονιών, των παιδιών, δηλαδή ολόκληρης της κοινωνίας. Αποτελούν ως θεσμοί του εποικοδομήματος, το κεντρικό προνομιακό πεδίο ελέγχου των κυρίαρχων παραγωγικών τάξεων, αλλά ταυτόχρονα είναι και μήτρα αμφισβήτησης.

Σήμερα ένα σημαντικό κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας έχει εμπορευματοποιηθεί. Οι κυρίαρχες μορφές εκπαίδευσης εξυπηρετούν τα άτομα που μπορούν να πληρώσουν ή να πληρωθούν  για να σπουδάσουν τις κυρίαρχες μορφές γνώσης, υποστηρίζει ο Peter Jarvis.

Το διεθνές αγοραίο εκπαιδευτικό περιβάλλον, επιδρά καθοριστικά στις ανοιχτές οικονομίες και μεταβάλει ταχύτατα τα δεδομένα  στην παραγωγή, στην εκπαίδευση στην επαγγελματική  κατάρτιση.

Μεταφέρει τον ανταγωνισμό στην παιδεία, η οποία περιορίζεται  προς όφελος της στενής εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης.

Διαμορφώνονται έτσι συστήματα τα οποία εξυπηρετούν περισσότερο την αγορά, παρά την κοινωνία.

Τα εκπαιδευτικά συστήματα  χαρακτηρίζονται από μία βραδυπορία προσαρμογής, όπου  κατά τη διάρκεια των αλλαγών τους αποδέχονται τη συνύπαρξη παλαιών και νέων χαρακτηριστικών, μεθόδων διδασκαλίας, μάθησης, προγραμμάτων και συμπεριφορών.

Τα εκπαιδευτικά συστήματα οφείλουν να βρίσκονται σε μια διαρκή μεταρρύθμιση, όχι μόνο των διοικητικών και διαδικαστικών τους λειτουργιών, αλλά και των μεθόδων, των μέσων, του περιεχομένου, των αξιών τους.

 

H ΑΝΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Το Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν διαφέρει σε γενικές γραμμές από τα στρατηγικά χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών συστημάτων των περιφερειακών χωρών, που συμμετέχουν στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας.

H Ελληνική εκπαίδευση υποφέρει από την έλλειψη Εθνικής στρατηγικής, γιατί προσδιορίζεται συγκυριακά, είτε από τις κοινωνικές ιδεοληψίες, είτε από τις παραγωγικές στρεβλώσεις, είτε από τις συντεχνιακές αγκυλώσεις.

Είναι φανερό ότι επηρεάζεται από τις εξελίξεις που διαμορφώνονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και προσπαθεί ν' ανταποκριθεί σ' αυτές. Η άκριτη και ασχεδίαστη εκπαιδευτική πολιτική  μεγεθύνει τα προβλήματα  και τ' αδιέξοδα στην παιδεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η παρεχόμενη εκπαίδευση κάθε μορφής και επιπέδου από πολλά  Υπουργεία, όπως Παιδείας, Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Απασχόλησης( ΟΑΕΔ-ΚΕΚ), Πρόνοιας( Βρεφονηπιακοί ), Ανάπτυξης( ΙΕΚ- Κολλέγια) κτλ.

Το πρόβλημα βεβαίως δεν είναι μόνο ο φορέας παροχής εκπαίδευσης αλλά και το περιεχόμενο των σπουδών, η μεθοδολογία διδασκαλίας, η κατάρτιση των εκπαιδευτικών.

Εάν επικεντρωθούμε στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας, θα διαπιστώσουμε εκτός από τα προβλήματα στην υποχρηματοδότηση,  να υπάρχουν ποιοτικές υστερήσεις στους συντελεστές της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Τις τελευταίες δεκαετίες μπορεί να κατακτήθηκαν ποσοτικοί στόχοι στην εκπαίδευση ( αύξηση αριθμού εκπαιδευτικών, σύγχρονα εκπαιδευτήρια, νέα ΤΕΙ και Πανεπιστημιακά Τμήματα), αλλά υπήρξε υστέρηση στην κατάκτηση ποιοτικών στόχων.

Σήμερα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα συνυπάρχουν όλων των ειδών αναλυτικά προγράμματα, κλειστά-ανοιχτά-μεικτά, χρησιμοποιούνται πολλές μεθοδολογικές προσεγγίσεις και προγράμματα, όπως τις αυτοτέλειας του γνωστικού αντικειμένου, της διαθεματικότητας, της διεπιστημονικότητας, τα συνδυαστικά προγράμματα.

Όλο αυτό το εκπαιδευτικό-παιδαγωγικό πλαίσιο, το οποίο βομβαρδίζεται με νέα βιβλία και καινούριες ύλες θα πρέπει να το υλοποιήσει μια καθοριστική παράμετρος, που είναι ο εκπαιδευτικός. Σήμερα ο εκπαιδευτικός δεν είναι η αυθεντία, ο παντογνώστης, ο μεταλαμπαδευτής γνώσεων του παρελθόντος. Είναι βέβαια ο συντονιστής, ο καθοδηγητής, η γέφυρα που ενώνει τις δύο απέναντι όχθες του ποταμού, όπως έγραψε ο Ν. Καζαντζάκης, αλλά θέλει βοήθεια, συνεχή μετεκπαίδευση και επιμόρφωση και φυσικά βιώσιμα, λειτουργικά σχολεία με τις απαραίτητες τεχνικές υποδομές.

 

ΠΟΙΟ ΕΙΔΟΣ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ;

Τα σχολεία μας χρειάζονται μαθητές που να «προσέρχονται με ευχαρίστηση » τόσο στο σχολικό κτηριακό περιβάλλον όσο και στο περιεχόμενο της λειτουργίας του .

Δεν χρειάζεται να λυγίζει η πλάτη των μικρών μαθητών από το βάρος της σχολικής τσάντας, ούτε να διπλασιάζεται το ωράριο μελέτης των παιδιών του Γυμνασίου από φορτωμένες ανούσιες  ύλες.

Όλοι παραδέχονται ότι η μονόπλευρη εντατικοποίηση  των παιδιών στο Λύκειο δεν οδηγεί στην κατάκτηση γνώσης, αλλά μόνο στην προετοιμασία εισαγωγής στην τριτοβάθμια  εκπαίδευση. Θα πρέπει το εκπαιδευτικό  σύστημα  και οι εκπαιδευτικοί να ξαναφέρουν την ισορροπία.

Σήμερα έχουμε ένα σύστημα που σχηματικά βάζει τα παιδιά - μαθητές να προχωράνε με το κεφάλι κάτω και τα πόδια ψηλά.  Πρέπει να επανέλθει ο μαθητής στη φυσική του στάση.

Η μείωση της ύλης, η βιωματική και ενεργητική μάθηση, η χρησιμοποίηση όλων των μορφών νοημοσύνης ( κατά τον H. Gardner υπάρχουν τουλάχιστον οκτώ) θα βοηθήσει να αγαπήσουν τα παιδιά μαθητές τη γνώση και όχι την απομνημόνευση, την ενεργητικότητα και όχι την ανταγωνιστικότητα, τη δημιουργία και όχι την παπαγαλία.

Βεβαίως, η γνώση είναι ατομική υπόθεση, προάγεται όμως μέσα από τη συλλογική  δράση.

 Χρειαζόμαστε μια εκπαίδευση που να υπηρετεί την κοινωνία πρώτα και ύστερα την αγορά. Δυστυχώς σήμερα η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού υπέταξε στη δύναμη και στις ανάγκες της αγοράς, τις κοινωνικές προτεραιότητες. Στρατηγικά αυτή η επιλογή είναι αδιέξοδη και σπαταλά τις ανθρώπινες δημιουργικές δυνάμεις.

Ένα σύγχρονο δημιουργικό σχολείο δεν μπορεί να είναι ξεκομμένο από τις ανάγκες της ευρύτερης, αλλά και της τοπικής κοινωνίας. Εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές θα πρέπει να οικοδομήσουν μία κοινή στάση αλλαγής του ανταγωνιστικού, εντατικοποιημένου στην ποσότητα ύλης, άψυχου πολιτιστικά και συλλογικά σχολείου.

«Εργαζόμαστε για ένα σχολείο-περιπέτεια, ένα σχολείο που πάει μπροστά, που δεν φοβάται να ριψοκινδυνεύει, που απορρίπτει τη στασιμότητα. Είναι ένα σχολείο που σκέφτεται, συμμετέχει, δημιουργεί, μιλά, αγαπά, φαντάζεται, αγκαλιάζει με πάθος και λέει ναι στη ζωή. Δεν είναι ένα σχολείο που σιωπά και παραιτείται», υποστηρίζει ο Paulo Freire.

Εάν όλοι συμφωνούμε σ' αυτό, τότε πρέπει όλοι μαζί να εργαστούμε για να δημιουργήσουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα, ένα σχολείο που ν' αγαπά τα παιδιά.